ΠΕΤΡΟΣ Ο ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΣ

ΠΕΤΡΟΣ Ο ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΣ 
ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

       Ὁ Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος γεννήθηκε στις Κάτω Κολλίνες τού Νομού Αρκαδίας τὸ έτος 1720, από φτωχούς μα ενάρετους και θεοφοβούμενους γονείς, κτηνοτρόφους. Ἀπὸ μικρός αγαπούσε πολύ τα Εκκλησιαστικά γράμματα, αφού από αυτά ἐδιδάσκετο, όπως άλλωστε καὶ ὅλα τὰ παιδιά τῆς ἐποχῆς του, γι' αὐτὸ καὶ οἱ γονεῖς του θέλανε νὰ τὸν δοῦνε νὰ ἀκολουθῆ, ὅπως πολοί προγονοί του, τὸν ἵσο δρόμο τού Θεοῦ.

    Ὁ πατέρας του Καλαμπόκας Βασίλειος ποὺ γεννήθηκε στις Κάτω Κολλίνες τὸ 1695 παντρεύτηκε μὲ τὴν πεντάμορφη βοσκοπούλα Κωνσταντινιά ἀπὸ τὴν Ἀναβρυτή κατὰ τὸ ἔτος 1719. Τὸ 1720 γεννιέται τὸ πρώτο τους παιδί ὁ Παναγιώτης, ποὺ ἔμελλε μετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια νὰ γίνει Λαμπαδάριος τῆς Μεγάλης τού Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καὶ ἀπὸ Παναγιώτης Καλαμπόκας νὰ γίνει Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος.
    Μέχρι τὸ 1732 ὁ Παναγιώτης ζοῦσε στὴν Κάτω Κολλίνα. Ἐδῶ τὸν βρίσκει ὁ ἐρχόμενος ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1728, γιὰ νὰ συμπαρασταθῇ στὶς τελευταίες στιγμές τῆς ζωῆς τού πατέρα του, Ἰωάννης Κρίκος. Στὸ διάστημα ποὺ ἔμεινε ὁ Ἰωάννης Κρίκος στὴν Κολλίνα καὶ ἀπὸ τὶς λειτουργίες ποὺ ἐγίνοντο στὸν τότε μικρό ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἄκουσε τὸν μικρό Παναγιώτη, ποὺ βοηθούσε στὴν ψαλτική τὸν ἱερέα Παπα-Στάθη Σουρλᾶ ἤ Σουρλόπουλο, παρότρυνε τὸν μικρό Παναγιώτη καὶ τοὺς γονεῖς του, ὅταν μὲ τὸ καλό θὰ ἔφευγε γιὰ τὴν Σμύρνη μετὰ τὶς ὑποχρεώσεις του καὶ τὴν περιοδεία ποὺ θὰ ἔκανε στὶς διάφορες μονές τῆς χώρας, νὰ τὸν πάρει μαζί του νὰ τελειοποιηθῇ, μιὰς καὶ εἶχαι τόσο καλή φωνή. Καὶ ἧτανε πολύ φυσικό τὰ γονικά του νὰ θέλουν νὰ δοῦνε τὸ ἀγόρι τους νὰ ντύνεται τὸ ἱερὸ Ράσο.
    Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ὁ Γιάννης Κρίκος περιόδευσε σὲ διάφορες μονές μὲ τελευταίο σταθμό τῆς περιοδείας του τὴν Ἅγια Λαύρα. Ἀπὸ ἐκεῖ θὰ κατέβαινε στὴν Κολλίνα νὰ πάρει μαζί του τὸν Παναγιώτη καὶ νὰ φύγουν γιὰ τὴν Σμύρνη. Κατὰ καλή του ὅμως τύχη δὲν χρειάστηκε νὰ ἐπιστρέψει γιατὶ βρίσκει ἐκεῖ τὸν μικρό Παναγιώτη, μαθαίνοντας καὶ τὰ γεγονότα ἀπὸ τὸν μοναχό Θεόφιλο.
    Ἔτσι μετά τὴν ἐκει παραμονή του παίρνει μαζί του τὸν Παναγιώτη καὶ ἀναχωρούν γιὰ τὴν Σμύρνη, ποὺ θὰ ἧταν γιὰ τὸν Παναγιώτη μετά λίγα χρόνια ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Ἑλλὰδος καὶ Ἀνατολῆς.
    Τὸ 1732 ἔρχεται περαστικός στὴν Κολλίνα ἕνας μακρινός συγγενής τους ἀπὸ τὴν Ἅγια Λαύρα, ὁ μοναχός Θεόφιλος καὶ τοὺς πρότεινε νὰ τοῦ ἐμπιστευθοῦν τὸν Παναγιώτη νὰ τὸν πάρει μαζί του στὴν Ἅγια Λαύρα ποὺ μονάζει καὶ αὐτὸς ὅστε νὰ γίνει σωστός καὶ τίμιος ἄνθρωπος ὅπως καὶ τὸσοι ἄλλοι ποὺ πέρασαν ἀπὸ ἐκεῖ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν.
    Ὅμως γιὰ κακή τους τύχη πρὶν νὰ φύγουν ἐδόθη μάχη μὲ μιὰ ὁμάδα ἀπὸ Τουρκαλβανοῦς, ποὺ κατὰ διαστήματα ἐλυμαίνονταν τὸ χωριό. Στὴ συμπλοκή αὐτὴ ποὺ ἔλαβε χώρα ἐφονεύθηκε ὁ πατέρας του, ἀφήνοντας τὸν Παναγιώτη καὶ τὰ ἀδέρφια του Ἀγησίλαο καὶ Μαρία ὁρφανά.
    Ἔτσι ἡ μάνα του, ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ ἐμπιστεύεται τὸν Παναγιώτη στὸν συγγενή τους Θεόφιλο, ποὺ τὸν πείρε μαζί του στὸ μοναστήρι τῆς Ἅγιας Λαύρας, ἐνῶ μὲ τὰ ἄλλα δύο μικρότερα ἀδέρφια του Ἀγησίλαο καὶ Μαρία ἔφυγαν καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὸ πατρικό σπίτι τὴς μάνας τους στὴν Ἀναβρυτή.
    Γρήγορα ὁ Παναγιώτης βρίσκεται σ' ἕνα καινούργιο κόσμο. Ἕνα κόσμο ποὺ λαχταροῦσε ἡ ἀθώα καὶ νεανική του ψυχή. Μὲ τὴν προστασία τώρα τοῦ Γιάννη Κρίκου πῆγε στὴν Σμύρνη, ὅπου τοῦ ἔμαθε ὅλα τὰ μυστικά γύρω ἀπὸ τὴν Βυζ. Μουσική καὶ τὶς ἄλλες τέχνες.
    Οἱ σπουδές του ἧταν λαμπρές, μὰ πάνω ἀπ' ὅλα ἡ φωνή του ποὺ μάγευε ὅλους ἐκείνους ποὺ τὸν ἄκουγαν. Ἀφοῦ πέρασε ὅλα τὰ μαθήματα ἄφησε τὸν Γιάννη Κρίκο καὶ πήγε στὴν Κωνσταντινούπολη.
    Πηγαίνοντας στὴν Κων/πολη πήγε καὶ βρήκε τὸν Πρωτοψάλτη Ἰωάννη Τραπεζούντιο καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τὸν πάρει μαζί του ἀφοῦ πρῶτα τὸν ἀκούσει. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Ὅταν λοιπόν τὸν ἄκουσε ὁ Τραπεζούντιος ἔμμηνε ἔκθαμβος ἀπὸ τὴν ὡραία του φωνή καὶ τὸ θάρρος του.
    Πράγματι τὸν πήρε μαζί του καὶ μαζί του συνέψαλε εἰς τὴν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ὡς Β΄ δομέστικος. Μὲ τὶς εὐλογίες δὲ τοῦ Πατριάρχη, καὶ μόλις δεκαεφτά χρονῶν φόρεσε τό ράσο τοῦ διακόνου. Τότε παίρνει καὶ τό ὄνομα Πέτρος. Ἐν τῷ μεταξύ αὐτοί πού γνώριζαν τή καταγωγή του καί τόν τόπο ὅπου γεννήθηκε, τόν βαφτίσανε Πελοποννήσιο γιά νά τιμήσουνε μαζί μ' αὐτόν καί τήν Ἑλληνική του πατρίδα, καθὼς καὶ Λακεδεμόνιο γιατὶ τὸτε οἱ Κολλίνες ἀνήκαν στὴ Λακωνία ὅπου καὶ μέ τό ὄνομα Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος θά μείνει γνωστός στήν Ἐκκλησιαστική Ἱστορία.
    Παράλληλα μέ τόν Πέτρο, κοντά στόν Ἰωάννη Τραπεζούντιο, μαθήτευε καί ἕνας ἄλλος Κολλινιάτης πατριώτης του ὁ Ἰάκωβος Καραφωτιᾶς ὁ Πελοποννήσιος, πού ἦταν δεξιός Α΄ δομέστικος.
    Μετά τόν θάνατο τοῦ Ἰωάννου Τραπεζούντιου, πρωτοψάλτης ἔγινε ὁ Δανιήλ πού μέχρι τότε ἦταν Λαμπαδάριος. Τότε ἔπρεπε νά γίνει Λαμπαδάριος ὁ Ἰάκωβος Καραφωτιας ὁ Πελοποννήσιος ὡς δεξιός Α΄ δομέστικος πού ἦταν. Ἔγινε ὅμως ὁ Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος Λαμπαδάριος πού ἦταν ὡς τότε Β' δομέστικος, ἐπειδή μεσολάβησαν κάποιοι ἀνώτεροι, καί πῆρε δομέστικό του τόν Πέτρο τόν Βυζάντιο.
    Ὁ Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος ὡς Γ' δομέστικος ἐχρημάτισε ἀπὸ·τό 1750 ἕως τό 1764, ὡς Β΄ δομέστικος ἀπό τό 1764 ἕως τό 1771 καί ὡς Λαμπαδάριος ἀπὸ τό 1771 μέχρι τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου του, ἀπὸ τόν λοιμό τῆς Πανώλης τό Ι778. Βλέπε καὶ "Μέγα Θεωρητικόν της Μουσικῆς, τοῦ Χρύσανθου ἐκ Μαδύτου σέλ. XXXIX 62 σήμ. β. 1832, καί Γρ. Στάθη πού λέει ὅτι ὁ Πέτρος πέθανε τό 1778, καθ' ὅσον ὁ λοιμός στήν Κῶν/πόλη ἀναφέρεται τόν χειμώνα τοῦ 1778. Ὡς Λαμπαδάριος ὁ Πέτρος ἀναφέρεται καί στόν 597, κώδικα τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων.

ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΥ

    Ἀπὸ τόν Πέτρο ἔμελουργηθη ὅλη ἡ σειρά τῶν ἐγκυκλίων μουσικῶν μαθημάτων, δηλαδή τό σύντομον Στιχηράριον, τό Εἰρμολόγιον, τό Κρατηματάριον, τό Οἰκηματάριον, τό ἀργόν Στιχηράριον, ἡ Παπαδική, τό Μαθηματάριον, τά δυό ἀναστασιματάρια, ἀργό καί σύντομο, Εἰρμολόγιο Καταβασιῶν, καί Δοξαστάριον δηλαδή τό Νέο ἡ Σύντομο Στιχηράριον. Ἔγραψε τρεῖς σειρές Χερουβικά ἀργά καί μία σύντομη, τρεῖς σειρές κοινωνικά τῶν Κυριακῶν καί μία της ἑβδομάδος, ἄλλα χερουβικά καί κοινωνικά γιά τίς δεσποτοθεομητορικές ἑορτές καί στούς ὀκτώ ἤχους, εὐλογητάρια ἀργά, σύντομα καί συντομώτερα, πσλυελέους, δοξολογίες σύντομες καί ἄργοσυντομες καί σέ διάφορους ἤχους, πασαπνοάρια ἀργά τοῦ ὄρθρου, εἱρμούς καλοφωνικούς, κρατήματα, καθώς καί ἄλλα διάφορα μουσουργήματα, ψαλλόμενα στούς μικρούς καί μεγάλους ἑσπερινούς, στίς παννυχίδες, στόν ὄρθρο τῶν διαφόρων ἑορτῶν, στίς λειτουργίες τῶν Χρυσοστόμου, Βασιλείου καί Προηγιασμένων, σέ ἄλλες τελετές ὅπως κηδεῖες χειροτονίες, γάμους, βάπτισμα, εὐχέλαιο κλπ. τό εἰς ἦχο Πλ. Β' ἀργό πασαπνοάριο τοῦ ὄρθρου, ἀπό, μελάνη βυσσίνων ὅπου καί μέχρι, σήμερα καλεῖται Βυσσινόγραφον.
    Παράλληλα ἔμελισε καί πολιτικούς στίχους κατά τά μακάμια τῶν Ὀθωμανῶν καί τούς ρυθμούς αὐτῶν. Ἑρμήνευσε κατά τήν μέθοδο τή δική του μαθήματα πολλῶν ἀρχαίων μουσικοδιδάσκαλων, ὅπως τά μεγάλα κεκραγάρια Ἰωάννου τοῦ Δαμασκινοῦ, τά μεγάλα ἑωθινά Ἰωάννου τοῦ Γλυκέως, τά μεγάλα ἀνοιξαντάρια διαφόρων ποιητῶν, ἀργά πασαπνοάρια τοῦ ὄρθρου, ὡς τό "Ἄνωθεν οἱ προφῆται" καί ἄλλα ἀναρίθμητα, μερικά μαθήματα τοῦ Οἴκηματαριου καί Μαθηματαρίου.
    Ἐκτός τῶν ἀνωτέρω εἰς τήν Βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς τῶν Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὅρους, μέ ἄρ. 226 Ἀνθολογίας Πέτρου τοῦ Βυζαντίου καί μέ τήν Ἰδιόχειρη γραφή τοῦ Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου βρίσκονται γραμμένα σύντομα Ἀπολυτίκια, Κοντάκια, Προσόμοια, Ἐξαποστειλάρια καί ὅλα ἐν γένει τά ἄσματα ἀνήκοντα εἰς τό σύντομο καί ἀργό Εἱρμολογικό μέλος, π.χ. τό σύντομο "Τῇ ὑπερμάχω" καί τὸ "Χριστός ἀνέστη".
    Πλείν τῶν ἀνωτέρων εἰς τήν αὐτήν Μονή καί Βιβλιοθήκη ὑπάρχουν καί πολλά ἄλλα πού γράφτηκαν κατά ἀπαίτησην διαφόρων ἄλλων ὅπως τό ὕπ ἀριθ. 1022 Ἀναστασιματάριο μέ τήν ἐπιγραφή: "Ἀναστασιματάριον συντεθέν κατά τό ὕψος τῆς τοῦ Χρίστου Μεγάλης Ἐκκλησίας παρά μουσικολογιωτάτου κύρ Πέτρου Λαμπαδαρίου Πελαποννησίου, διά προσταγῆς τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Ἁγίου Προύσης κ.κ. Μελετίου, ἐπ' ὠφελεία ἠμῶν τῶν Χριστιανῶν διά ψυχικόν μνημόσυνον αὐτοῦ".
    Ὁ Πέτρος θαυμαζόταν ἀπὸ τούς συγχρόνους του μουσικοδιδάσκαλους γιά τήν ἔξοχη μουσική του ἀντίληψη καί μίμηση, ἀφοῦ μποροῦσε νά ἀντιγράψη πιστά μέ τήν γραφή του ὁποιοδήποτε κομμάτι, ἔστω καί ἄν αὐτό ψαλλόταν ἀπὸ ἄλλον γιά πρώτη φορᾶ. Ἀπὸ τούς 'Οθωμανούς ἐκαλεῖτο Χιρσίζ Πέτρος (κλέπτης) καί Χότζας (διδάσκαλος), διότι ἐνῶ ἐκεῖνοι μοχθοῦσαν ἀρκετό καιρό νά μελίσουν κάποιο κομμάτι, αὐτός εἶχε τήν ἐπιδεξιότητα νά τό κλέβει διά τῆς γραφῆς νά τό καλλωπίζει καί νά τό παρουσιάζει εἰς τόν μελοποιόν ὡς ἔργον δικό του.
    Διηγοῦνται δέ ὅτι οἱ διακεκριμένοι τῆς ἀραβοπερσικῆς μουσικῆς μέ κοινή συμφωνία κανένα ἔργο δέν ἐμουσουργεῖτω χωρίς τήν ἄδεια τοῦ Πέτρου. Θεωρεῖται, ὅτι εὐεργέτησε καί τήν Ἀρμενική μουσική, ἀφοῦ δίδαξε στόν Πρωτοψάλτη τοῦ ἐν Κοντοσκαλίῳ ἀρμενικοῦ πατριαρχι-κοῦ ναοῦ (Τερετζοῦν Χαμπαρτζοῦν) τόν τρόπο τῆς γραφῆς τῶν μουσικῶν μελῶν, τῶν τριῶν γενῶν τῆς δίκης μας μεθόδου καί παραλλαγῆς τῶν φθόγγων τῆς μουσικῆς κλίμακας, τήν ὁποία καί διαφυλάσσουν οἱ Ἀρμένιοι σάν πολύτιμο κτῆμα στό πατριαρχεῖο τους, ὅπου καί ἀσχολοῦνται στό νά καταρτίσουν προσωπική τους μουσική γραφή.
     Ὁ Πέτρος δίδαξε τήν δικιά μας καί τήν ἀραβοπερσική μουσική, μετά τοῦ Δανιήλ τοῦ Πρωτοψάλτου καί τοῦ τότε δομέστικου Ἰακώβου τοῦ Πελοποννησίου — Καραφωτιᾶ, στήν ἱδρυθεῖσα τῷ 1776 δεύτερη (μετά τήν ἅλωσιν) πατριαρχική Μουσική Σχολή, ἐπί πατριαρχούντος τοῦ Σωφρονίου ἀπὸ Ἱεροσολύμων, ὅπου καί ἀνέδειξε πολλούς μαθητές ἀπὸ Ἕλληνες Ὀθωμανούς καί εὐρωπαίους. Διασημότερος μαθητής του ἀνεδείχθη ὁ Ἀνδρέας Σιγηρός τοῦ ὁποίου σώζονται πάρα πολλά μουσσυργήματα. Ἕνα ἐξ αὐτῶν εἶναι καί τό σέ ἦχο Πλ. Β΄ ἀργό τοῦ Ὄρθρου Πασαπνοάριο, καλούμενο Βυσσινόγραφον, τοῦ ὀποῖου τὸ κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς: "Πασά πνοή αἰνεσάτω τόν Κύριον, αἰνεῖτε αὐτόν Ἥλιος καὶ Σελήνη αἰνεῖτε αὐτόν πάντα τά ἄστρα καὶ τὸ φῶς"…. Ἄν καὶ ὁ Ἀνδρέας πάθανε λίγο πρό τοῦ διδασκάλου του, προσβληθεῖς ἀπὸ τὸν λοιμό τῆς πανώλης, κατάφερε νὰ διασώσει πάρα πολλά μουσουργήματα τοῦ διδασκάλου του.
    Περί τοῦ διαπρεποῦς τούτου μουσικοδιδάσκαλου τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος, ὑπάρχουν πολλά ἀνέκδοτα. ἱστορικά, τά ὁποῖα διέσωσε ὁ μουσικολόγος ἱερέας Κυριάκος ὁ Φιλοξένης, στό ἀνέκδοτο αὐτοῦ Λεξικό τῶν ἐνδόξων Μουσικῶν, ἀπὸ τό ὁποῖο καί ἐμεῖς μεταγράψαμε τά σπουδαιότερα.
    Α: Τὸ 1770 ἀφίχθησαν ἀπὸ τήν Περσία στήν Κων/πολη, τρεῖς Ὀθωμανοί χανεντέδες, φέρνοντας μαζί τους ἕνα νέο καί ἀνέκδοτο μουσούργημα, προτιθέμενοι νά τό ψάλουν γιά πρώτη φορᾶ ἐνώπιον τοῦ Σουλτάνου Χαμίτ τοῦ Α΄ τὴν ἡμέρα τοῦ Μπαϊραμιοῦ. Ἐπειδή ὅμως αὐτό ἔθιγε τό φιλότιμο τῶν αὐλικῶν καί τῶν ἄλλων ἐμπείρων μουσικῶν τῆς βασιλευούσης, γιατί τό θεωροῦσαν ὡς προσβολή, ζήτησαν ὁδηγίες περί αὐτοῦ ἀπό τόν Πέτρο, ὁ ὁποῖος καί μετά τῇ συμβουλῇ του κατάσχεσε τό ἄσμα μέ τό ἀκόλουθο τέχνασμα: Τούς τρεῖς ξένους μουσικούς προσκάλεσαν σέ γεῦμα οἱ δερβίσηδες τοῦ ἐν Πέραν Τεκκέ (μοναστηρῖου), ἀφοῦ διαιρέθηκαν σέ τρεῖς τάξεις σύμφωνα μέ τούς βαθμούς τους. Ἡ μία τάξις, ἡ δῆθεν προσφέρουσα στούς ξένους τό γεῦμα, ἀφοῦ συνευθύμησαν παρακάλεσαν τούς Πέρσες μουσικούς νά τραγουδήσουν καταρχᾶς μέν ἐκ τῶν συνηθισμέ-νων ἀσμάτων μετά τῶν μουσικῶν ὀργάνων, ἔπειτα δέ καί τό ἄσμα τό ὁποῖο ἐπρόκειτο νά ψάλουν ἐνώπιον τοῦ Σουλτάνου κατά τήν ἑορτή τοῦ Μπαϊραμιοῦ.
    Ἡ παράκλησις τῶν δερβίσηδων ἔγινε δεκτή, ὁ δέ Πέτρος κρυμμένος σέ κατάλληλη θέσει, ἐκλεφτε τό ἄσμα διά τῆς μουσικῆς γραφῆς. Κατόπιν ἀλληλοδιαδόχως ἐμφανίσθηκαν ἐνώπιον τῶν ξένων μουσικῶν καί οἱ ἀποτελοῦντες τήν δεύτερη καί τήν τρίτη τάξη τῶν δερβίσηδων, οἱ δέ μελωδοί γιά νά εὐχαριστήσουν καί αὐτούς ἐπανέλαβαν τό ἄσμα ἄλλες διό φορές. Ὁ Πέτρος ἀφοῦ καλλώπισε τό ἄσμα ἔφανη νά ἔρχεται ἀπό τό προαύλιο τοῦ Τεκκέ πρός τό μέρος τοῦ συμποσίου.
   Οἱ δερβίσηδες ὅταν τόν εἶδαν ἔσπευσαν νά τόν ὑποδεχτοῦν λέγοντας στά τούρκικα ὁ "Χότζας γκελίορ" (ὁ διδάσκαλος ἔρχεται), ἀμέσως σύστησαν τόν Πέτρο στούς ξένους ὡς τόν ποιό ἄριστο μουσικό, τούς δέ ξένους ὡς ἔξοχους μουσικούς, αὐτοί γιά νά εὐχαριστήσουν καί τόν ρωμαῖο δάσκαλο τῶν δερβιςῶν ἔψαλαν καί πάλι τό ἄσμα. Τότε ὁ Πέτρος παρατήρησε μέ σοβαρότητα ὅτι, τό ψαλλόμενο εἶναι ἔργο δικό του καί ὅτι κάποιος μαθητής του, ἐκ τῶν διασπαρμένων στήν Ἀραβία καί Περσία, τούς τό ἐδίδαξε ἀναμφιβόλως ὄχι ὅμως ἀκριβῶς.
    Οἱ τρεῖς ξένοι μουσικοί ἰσχυριζόμενοι ὅτι εἶναι ἔργο δικό τους, ὅτι κατόπιν μεγάλων κόπων τό συνθέσανε καί τό ἔμελησαν, καί ὅτι εἴρθαν στήν Κῶν/πόλη νά τό ψάλουν πρῶτα στό Σουλτάνο καί ὕστερα στό Μπαϊράμι. Ἀμέσως ὁ Πέτρος ἔβγαλε ἀπό τήν τσέπη του τό χειρόγραφο ἄσμα, καλλωπισμένο γιά πανδουρίδα (τρίχορδο μουσικό ὄργανο), ὅπου καί τό ἔψαλε.
    Κατόπιν τούτου ἔγινε σοβαρή λογομαχία μεταξύ των ὅπου ὁ ἕνας ἔσπασε μέ ὀργή τήν πανδουρίδα τοῦ Πέτρου, ὁ ἄλλος γνωρίζοντας ὅτι οἱ Ἕλληνες ἔχουν γραφτῆ μουσική, κατάλαβε τήν ἐξαπάτηση καί ὠρμησε νά φονεύση μέ τό μαχαίρι του τόν Πέτρο.
    Ἀπό τήν παράτολμη αὐτή ἐνέργεια ἐποφελήθηκαν οἱ δερβίσηδες δένοντάς τους τά χέρια καί τά πόδια καί φυλακίζοντάς τους σέ κάποιο μέρος τοῦ Τεκκέ, ἀφοῦ προηγουμένως τούς ἔφτυσαν καί τούς ἔβρισαν.
    Μετ' ἀπό λίγες ἡμέρες ἐξωρίσθηκαν οἱ ξένοι μελωδοί ὡς ἀγύρτες, κι' ἔτσι διεσώθη ἡ ὑπόληψη καί ἀξιοπρέπεια τῶν Ὀθωμανῶν τοῦ παλατιοῦ μουσικῶν καί τῶν Ἑλλήνων, χάρις στήν ἀπαράμιλλη μουσική ἀντίληψη τοῦ Πέτρου. Σέ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης πρός τόν Πέτρο, ἔγραψαν οἱ δερβίσηδες τό ὄνομά του "Χιρσίζ Πέτρος" εἰς τό ἱερό δελτίο παρουσίας τῶν ἐνδόξων Ὀθωμανῶν σέχιδων στήν ἐσωτερική πύλη τοῦ ἐν πέραν Τεκκέ κειμένου δευτέρου Μαυσωλείου.
    Τῷ ἀνωτέρῳ ἱστορικό καί ἡ φήμη τοῦ Πέτρου  ἔφθασε καί στά αὐτιά τοῦ Σουλτάνου Χαμίτ τοῦ Ἀ΄ ὅπου καί διέταξε ὅπως ἐλευθέρως εἰσέρχεται ὁ ἔξοχος μουσικός στά ἀνάκτορα. Ἄλλα τό ἐν συνεχείᾳ γεγονός ἔδωσε ἀφορμή νά χάσῃ ὁ Πέτρος τήν εὔνοια τοῦ Σουλτάνου.
    Κάποια ἥμερα ὁ Σουλτάνος ἔφυγε ἀπό τά ἀνάκτορα τοῦ Βυζαντίου· καί μετέβη στό Μπαλούκ Παζάριον τέμενος (Γενῆ Τζαμί), ὅπου δείπνησε καί διανυκτέρευσε στό περίπτερο τοῦ τεμένους. Ἀπό σύμπτωση τό ἴδιο βράδυ μετέβη καί ὁ Πέτρος πρός ἐπίσκεψη τοῦ μεγαλοφωνότατου μεϊζίνη (ἱεραψάλτου), ὅπου καί συνδείπνησαν. Στή διάρκεια τοῦ δείπνου ἔγινε πολύς λόγος γιά τό ψαλλόμενο σέ δυό ἤχους "σελάκ", ὁ Πέτρος τότε ἀνάλαβε νά τό ψάλη καί σέ ἄλλο ἦχο. Ὁ μεϊζίνης ὅμως διά νά ὠφεληθῆ ἀπό τήν τέχνη τοῦ Πέτρου, καί γιά θρησκευτικό λόγο ὑποχρέωσε τόν μουσικοδιδάσκαλο νά τό ψάλη κατά τό χάραμα ἀπό τοῦ μιναρέ, ὅπως κι' ἔγινε.
    Ἀφοῦ ἱκανοποιήθη ὁ. πόθος τοῦ μεϊζίνη, ὁ Πέτρος ἐπέστρεψε καί πάλι στό Φανάρι. Ὁ μουσικώτατος Σουλτάνος πού ἄκουσε τό ψαλλόμενο, θέλησε τό πρωΐ νά μάθη ποίος ποίησε τό "σελάκ" σέ ἄλλο ἦχο.
    Ὅταν πληροφορήθηκε τά καθέκαστα, ἐξοργίστη τόσο πολύ πού διέταξε δυό εἰσαγγελεῖς νά πᾶνε στά πατριαρχεῖα καί νά ποῦν τοῦ Πατριάρχη γιά τήν τόλμη τοῦ Πέτρου, νά τόν συλλάβουν καί νά προσαγάγουν τόν τολμητία στό Σεϊχουλισλαμάτον, γιά νά γείνη ἡ ἀνάκρισίς του θρησκευτικῶς.
    Κατά τήν ἀνάκριση ὁ Πέτρος, προσποιούμενος τό φρενοβλαβῆ, κοιτοῦσε πάνω κάτω, δεξιά κι' ἀριστερά, μᾶλλον ἐπιθεωροῦσε τήν αἴθουσα τοῦ κριτηρίου. Σέ κάποια στιγμή πρόσθεσε. "Ὤ τί ὡραῖος πού εἶναι ὁ τόπος ἐδῶ διά νά παίζη κανείς καρύδια" καί ἄμεσος ἀναπήδησε στό μέσον της αἰθούσης, ἔβγαλε ἀπό τήν τσέπη του καρύδια καί ἄρχισε νά παίζη ἀπολαμβάνοντας τό παιχνίδη.
    Οἱ δικαστές τότε εἶπαν "βάχ, ζάβαλη, γιαζίκ, τιβανέ ὀλμούς" (ὤ, ὁ ταλαίπορος ἄδικον, ἐτρελάθη), καί ἐνέκριναν νά ὁδηγηθῆ στό Ἐγρή-καποῦ (τότε εὐρισκόμενο) ἐθνικό φρενοκομεῖο, ὅπου μέ διαταγή τοῦ Σουλτάνου θά τοῦ ἐχορηγουντο τά πάντα ἐκτός ἀπό χαρτί καί μελάνη. Μά καί τήν ἔλλειψι αὐτή τήν θεράπευσε ὁ εὐφυής Πέτρος, διότι ἀπό τό ἐπισκεπτήριο τῶν μαθητῶν τῆς παρακείμενης σχολῆς τοῦ Ἐγρή—καποῦ ἔλαβε χαρτί διά δέ τῶν προσκομισάντων βυσσίνων ἔσχηματισε μελάνη, καί μέ τόν μίσχο τους ἔγραψε τό ἕνα ἀπό τά τρία σέ ἦχο Πλ. Β' ἀργό πασαπνοάριο τοῦ Ὄρθρου, τό καλούμενο Βυσσι-νογραφον. Μετά ἀπό διαμονή σαράντα ἡμερῶν στό ἐθνικό φρενοκομείω, ἐπετράπη, στόν Πέτρο, ὡς δῆθεν ἰαθέντα, νά βγεῖ καί νά ἐξακολουθήση τά καθήκοντά του τόσο στή Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ὅσο καί στά Ἀνάκτορα.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

    Ὅπως ἀνάφερα ποιό πάνω ὁ Πέτρος πέθανε τό 1778 ἀπό τόν λοιμό τῆς πανώλης, κατά τήν ἡμέρα δέ τῆς κηδείας του πού ἔγινε στόν πατριαρχικό ναό, λέγεται ὅτι ἔλαβε χώρα καί τό. ἑξῆς ἀνέκδοτο: Στήν κηδεία τοῦ Πέτρου προσῆλθαν καί οἱ δερβίσηδες ἀπό ὅλους τοὺς Τεκκέδες τῆς βασιλευούσης, οἱ ὁποῖοι ζήτησαν τήν ἄδεια παρά τοῦ Πατριάρχου Σωφρανίου τοῦ Β΄ νά λάβουν καί αὐτοί μέρος καί νά ψάλουν εἰς ἔνδειξιν σεβασμοῦ πρός τόν κηδευόμενο δάσκαλο κατά τήν ἐκφορά τοῦ νεκροῦ, τήν πένθιμη ὠδή μετά τῶν πλαγιαύλων. Ὁ δέ Πατριάρχης τούς ἀπάντησε: "Συναισθάνομαι καί ἐγώ τήν ὑμετέραν μεγίστην λύπην, τήν ὁποίαν προύξενησεν εἰς ὅλους μας ὁ θάνατος τοῦ μακαρίτου διδασκάλου δέν σᾶς λέγω μέν τό ὄχι, ἄλλ' ἴνα μή δυσαρεστηθῆ ἡ Ὑψηλή Πύλη, (Κυβέρνησις), παρακαλῶ πάντας ὑμᾶς ὅπως ἀκολουθήσητε ἄχρι τοῦ τάφου, καί ἐκεῖ πράξατε τό πρός αὐτόν καθῆκον ὑμῶν". Οἱ δερβίσηδες ὑπάκουσαν στούς συμπαθεῖς λόγους τοῦ Πατριάρχου καί ἀκολούθησαν τόν νεκρό μετά δακρύων μέχρι τοῦ ἐν Ἐγρή-καποῦ νεκροταφεῖο τῶν Ὀρθόδοξων.
    Ἀφοῦ ἔψαλη τό τρισάγιο καί ἐγιναι ἡ κατάθεσις τοῦ νεκροῦ στόν τάφο, τόν περικύκλωσαν οἱ δερβίσηδες καί ἔψαλλαν αὐλῳδῶς μετά πλήρους συγκινήσεως. Ἕνας δέ ἀπό τούς μεγάλους δερβίσηδες κατέβηκε στόν τάφο κρατώντας στά χέρια, σάν καιόμενη λαμπάδα, τόν πλαγίαυλόν του εἶπε στά τούρκικα "ὤ μακαρίτα διδάσκαλε, λάβε καί ἀφ' ἠμῶν τῶν ὀρφανῶν μαθητῶν σου τό τελευταῖο τοῦτο δῶρον, ἴνα συμψάλλης ἄσματα δι' αὐτοῦ εἰς τόν Παράδεισον μετά τῶν ἀγγέλων".
    Τόν δέ πλαγίαυλο τόν ἔβαλε στήν Ἀγκαλιά τοῦ νεκροῦ, καί ἐξερχόμενος παρά τοῦ τάφου ἦταν πλήρη δακρυσμένος, Ὕστερα οἱ Χριστιανοί ἔθαψαν τόν Πέτρο σύμφωνα μέ τά καθιερωμένα ἔθιμα.
    Τό μουσικό ἔργο τοῦ Πέτρου τοῦ Πελοποννήσιου, "Λαμπαδαρίου τῆς Μεγάλης του Χριστοῦ Ἐκκλησίας" μέ τό ἁπλό, ἀπέριττο καί σεμνό Ἐκκλησιαστικό ὕφος ἀποτελεῖ τόν πρῶτο, μεγάλο σταθμό γιά τήν ἁπλοποίηση τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς σημειογραφίας. Τό σύστημά του ἦταν ἀναλυτικό καί παραμένει πάντοτε πολύτιμος ὁδηγός τῶν σημερινῶν ψαλτῶν καθώς καί κλασσικό μνημεῖο τῆς Ἱερῆς μουσικῆς τέχνης, γιατί χρησιμοποιοῦσε γιά κάθε μουσική φράση πολλά σημάδια, ἀντί γιά ἕνα ἡ δυό πού χρησιμοποιοῦσε ὡς τότε ἡ μουσική στενογραφία, γι' αὐτό καί ἀποτελεῖ τήν "σπονδυλική στήλη" τῆς Βύζ. 'Ἐκκλ. μουσικῆς πού ψάλλουμε σήμερα.
    Ὁ Πέτρος εἶναι μία ἀπό τίς μεγαλύτερες μορφές τῆς μουσικῆς Ἱστορίας, γι' αὐτό καί θεωρεῖται ὡς ἡ τέταρτη πηγή τῆς Βύζ. Μουσικῆς, διότι ἡ μουσική του παραγωγή εἶναι πράγματι ἐκπληκτική, ὄχι μόνο σέ ποιότητα ἀλλά καί σέ ὄγκο, παρόλο τό λίγο χρόνο τῆς θητείας του ὡς Λαμπαδάριος.
    Τό ἔργο τοῦ Πέτρου συμπληρώθηκε ἄπ' τόν μαθητή του, Πέτρο, τόν Βυζάντιο, πού ἔγραψε καί πολλά δικά του ἐκκλησιαστικά μέλη.
    "Λαμπαδάριος εἶναι ὁ πρῶτος ψάλτης τοῦ ἀριστεροῦ χοροῦ, καί ὠνομάζετο ἔτσι, διότι βαστοῦσε τό λεγόμενον διβάμβουλον, πού ἦταν ἕνα σκεῦος χρειαζόμενο εἰς τά ἅγια, μετά λαμπάδας κεχρυσωμένης". Σημειωτέον ὅτι ὁ δεσποτικός θρόνος πρίν ἀπό τήν ἅλωσιν τῆς Κῶν/πόλεως ἦταν στό ἀριστερό μέρος τοῦ ναοῦ διότι στό δεξιό ὑπῆρχε ὁ θρόνος τοῦ βασιλέως. Ὁ Λαμπαδάριος λοιπόν στεκόταν στό ναό τῆς ἁγίας Σοφίας, στό πλάι τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου κρατόντας τήν λαμπάδα τοῦ Πατριάρχου. ("Ἐπιστολή  Πατριάρχου  Κων/πόλεως Παϊσίου τοῦ Α΄ πρός τόν Πατριάρχην Νίκωνα. — Ζήτημα Γ'. "Ἀνατολικός Ἀστήρ" Κων/πόλεως, ἔτος Κ , ἀριθ. 48, σέλ. 372).
    Ὁ Πατριαρχικός Ι. Ναός τῆς Κῶν/πόλεως, στό διάβα τῶν αἰώνων, στάθηκε ἡ Ἱερή Κιβωτός καί τό λίκνο, ὄχι μόνο τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Χριστιανικῆς πίστης, ἀλλά καί τῆς Ἱερῆς ψαλτικῆς τέχνης. Ἡ φωτισμένη καί λαμπρή χορεία τῶν μεγάλων Πρωτοψαλτῶν καί Λαμπαδαρίων πού ὑπηρέτησαν μέσα σ' αὐτόν ἀπό τῆς Ἁλώσεως μέχρι καί σήμερα, λάμπρυναν τό μουσικό στερέωμα τῆς ἐκκλησίας μας καί μέ τίς μελωδικές φωνές τους, τή βαθιά τέχνη τους καί μέ τήν ἔντονη προσωπικότητά τους, ὕμνησαν τό μεγαλεῖο τοῦ Δημιουργοῦ καί ἐπί αἰῶνες στάθηκαν βράχοι. Ἀρραγεῖς καί πολύτιμοι θεματοφύλακες τῆς πανίερης Ἐθνικῆς μας κληρονομιᾶς, τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς. Μέσα σ' αὐτόν ἀφιέρωσαν τή ζωή τους καί τέσσεροι Κολλινιάτες Ἱεροψάλτες καί Λαμπαδάριοι, ὅπως ὁ Λαμπαδάριος Καλλίνικος Σουρλᾶς 1586 -1587 καί πρωτοψάλτης 1587 -1611, ὁ Πρωτοψάλτης Θεόδωρος Καραφωτιας 1687 - 1700, ὁ Ἰωάννης Κρίκος 1700 - 1728 καί ὁ Πέτρος Πελοποννήσιος (Παναγιώτης Καλαμπόκας) 1760 - 1778, καθώς καί πολοί ἄλλοι Ἄρκαδες καί Πελοποννήσιοι.


Ιερεύς ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ  Ι. ΚΑΡΑΦΩΤΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Εδώ τα σχόλια σας